Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Ταμάριξ η γαλλική (Tamarix gallica), κοινώς αρμυρίκι ή αλμυρίκι

Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Ταμάριξ η γαλλική (Tamarix gallica), κοινώς αρμυρίκι ή αλμυρίκι

Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Ταμάριξ η γαλλική (Tamarix gallica), κοινώς αρμυρίκι ή αλμυρίκι

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 594 ΦΟΡΕΣ

Γράφει o
Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης
Επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων

Η Ταμάριξ η γαλλική (Tamarix gallica), κοινώς αρμυρίκι, αλμυρίκι, αρμύρα, βρέζι, μέρικος κ.λπ., είναι η Μυρίκη της αρχαίας ελληνική γραμματείας.

Πρόκειται για θάμνο, μικρό δενδρύλλιο ή δένδρο, το οποίο απαντά ως αυτοφυές στις παραλίες και στις όχθες ποταμών, ρεμάτων και λιμνών, ως επί το πλείστον, όπου το νερό είναι αλμυρό ή υφάλμυρο ή το έδαφος περιέχει πολλά άλατα. Φύεται σε όλες τις παραλίες της Ελλάδος και όλων των χωρών, των κειμένων παρά τη Μεσόγειο Θάλασσα.

Είναι φυτό της Συνομοταξίας των Αγγειοσπέρμων (Magnoliophyta), της Ομοταξίας των Δικοτυληδόνων (Magnoliopsida), της Τάξεως των Ιωδών (Violales), της Οικογενείας των Ταμαριδοειδών (Tamaricaceae), του Γένους Ταμάριξ (Tamarix) και του είδους Γαλλική (Gallica).

Πρόκειται για φυτό, το οποίο διαθέτει πλούσιο και ισχυρό ριζικό σύστημα, οι ρίζες του οποίου εκτείνονται σε ικανό μήκος και προχωρούν σε μεγάλο βάθος. Τα κλαδιά του είναι λεπτά και έχει πολυάριθμα φύλλα, τα οποία σχηματίζουν μικρά λέπια. Τα άνθη του είναι μικρά, ρόδινα ή λευκορόδινα και διατάσσονται σε μικρές ταξιανθίες, φύονται δε στην άκρη των κλαδιών.

Το φυτό αυτό είναι εξαιρετικά ανθεκτικό στην ξηρασία και στην αλατότητα του εδάφους και του νερού. Συνήθως αυτοφύεται ή φυτεύεται κατά μήκος των ακτών της θάλασσας, λιμνών ή ελών με υφάλμυρα ύδατα, ως καλλωπιστικό φυτό και για την δημιουργία σκιάς, χρήσιμης ιδία κατά τους θερινούς μήνες. Όσον αφορά στην ονομασία του φυτού Ταμάριξ (Τamarix), αυτή προέρχεται από τον ποταμό της Iσπανίας Tabro.

Αλόφυτα
Η Ταμάριξ (Tamarix), όπως και ορισμένα άλλα φυτά, τα οποία φύονται σε αλμυρά εδάφη και πλησίον αλμυρών και υφαλμύρων υδάτων, κατατάσσονται σε μία κατηγορία φυτών, τα οποία ονομάζονται αλόφυτα. Συνήθως αυτά διακρίνονται σε γνήσια ή υποχρεωτικά αλόφυτα και σε προαιρετικά. Τα γνήσια φυτρώνουν αποκλειστικά σε αλατούχα εδάφη και σε αλμυρά ή υφάλμυρα νερά, ενώ τα προαιρετικά ευδοκιμούν και σε άλλα εδάφη, απαλλαγμένα από άλατα.

Τα γνήσια Αλόφυτα εμφανίζουν ορισμένες διαφοροποιήσεις και προσαρμογές, προκειμένου να δυνηθούν να ανταπεξέλθουν στο τοξικό περιβάλλον και στη φυσιολογική ξηρασία των αλατούχων εδαφών.

Είδη του φυτού Ταμάριξ (Tamarix)
Υπάρχουν πολυάριθμα είδη του φυτού αυτού Ταμάριξ (Tamarix). Στην Ελλάδα απαντούν τα ακόλουθα:

1) Ταμάριξ η γαλλική (Tamarix gallica)
Πρόκειται για θάμνο ή μικρό δενδρύλλιο, ο κορμός και τα κλαδιά του οποίου έχουν ερυθρωπό χρώμα και τα άνθη του είναι ρόδινα ή λευκορόδινα. Φύεται στη Γαλλία, την Ελλάδα και σε όλες τις παραλίες του Αιγαίου Πελάγους.

2) Ταμάριξ η σμυρναίικη (Tamarix smyrnensis)
Είναι θάμνος ή μικρό δένδρο (ύψους έως 2,00 μ.), με άνθη ανοικτά ρόδινα και φύεται σε παραλίες και ρέματα κυρίως της Νοτίου Ελλάδας.

3) Ταμάριξ η μικρανθής (Tamarix parviflora) ή Ταμάριξ η κρητική (Tamarix cretica)
Πρόκειται για θάμνο ή για μικρό δένδρο (ύψους έως 3,00 μ,.), το οποίο απαντά στις όχθες ποταμών και ρεμάτων και σε παραλίες της Κρήτης. Φέρει φύλλα στενόμακρα, βαθυπράσινα και άνθη ρόδινα.

4) Ταμάριξ η χαμπεανή (Tamarix habeana)
Είναι δένδρο (ύψους έως περίπου 10,00 μ.), το οποίο αυτοφύεται σε όλες σχεδόν τις παραλίες της Ελλάδας. Φέρει πυκνή φυλλωσιά και άνθη μικρού μεγέθους και χρώματος λευκορόδινου.

5) Ταμάριξ η παλλάσειος (Tamarix pallassia)
Έχει ερυθρωπό βλαστό, με ασπριδερά ή ανοιτοπράσινα φύλλα και ροζ ή μαβί μικρά άνθη.
Αυτοφύεται στις παραλίες και ανθίζει κατά τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο.

6) Ταμάριξ η τέτρανδρος (Tamarix tetrandra)
Πρόκειται για θάμνο ή μικρό δένδρο φυλλοβόλο, που φέρει ιδιαίτερη «πτερωτή» εμφάνιση, ως προς το φύλλωμα αυτού. ‘Εχει λεπιδοειδή φύλλα πρασίνου χρώματος, ροζ άνθη, τα οποία φέρονται επάνω σε βοτρυοειδή ταξιανθία και ανθίζει από τα μέσα έως τα τέλη της Άνοιξης. Οι καρποί του είναι κάψες, οι οποίες περιέχουν μεγάλο αριθμό σπερμάτων.

Αρχαία Γραμματεία
Α) Θεόφραστος ο Ερέσιος
1) «Ου μην αλλά και τούτων, ει τις ακριβολογείσθαι θέλοι, τα μεν αν εύροι κοινά και ώσπερ αμφίβια, καθάπερ μυρίκην, ιτέαν, κλήθραν, τα δε και των ομολογουμένων χερσαίων πεφυκότα ποτέ εν τη θαλάττη βιούν, φοίνικα, σκίλλαν, ανθέρικον...».
(Θεόφραστος Περί φυτών ιστορίας 1, 4, 3).

2) «Έστι δε και τα μεν αείφυλλα, τα δε φυλλοβόλα. Των μεν ημέρων αείφυλλα ελάα, φοίνιξ,... των δ’ αγρίων ελάτη, πεύκη, άρκευθος, μίλος, θυία και ην Αρκάδες καλούσιν φελλόδρυν, φιλύρα, κέδρος, πίτυς αγρία, μυρίκη, πύξος, πρίνος...».
(Θεόφραστος, έ.α., 1, 9, 3).

3) «Διαφέρουσι δε και τα φύλλα πλείοσι διαφοραίς...τα δε οίον σαρκόφυλλα. Τούτο δ’ ότι σαρκώδες έχουσι το φύλλον, οίον κυπάριττος, μυρίκη, μηλέα,...».
(Θεόφραστος, έ..α., 1, 10, 4).

4) «‘Ιδια δε τα τοιάδε των ορεινών, α εν τοις πεδίοις ου φύεται... τα δε και εν τοις πεδίοις μυρίκη, πτελέα, λεύκη, ιτέα...».
(Θεόφραστος, έ. α., 3, 3, 3).

Β) Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος ή Αναζαρβεύς
«Μυρίκη, δένδρον εστί γνώριμον, παρά λίμναις και τοις στασίμοις ύδασι φυόμενον, καρπόν ωσπερεί άνθος φέρουσα βρυώδες κατά την σύστασιν. Γεννάται δε τις εν Αιγύπτω και Συρία ήμερος, κατά τα άλλα ομοία ούσα τη αγρία. Καρπόν δε φέρουσα εμφερή κηκίδι, ανώμαλον, στύφοντα τη γεύσει, αρμόζοντά τε αντί κηκίδος εις τα ορθαλμικά και στοματικά και προς αίματος πτύσεις εν ποτώ και κοιλιακοίς και ροικαίς γυναιξί και ικτέρω και φαλαγγιοδήκτοις, οιδήματά τε στέλλει καταπλασθείς. Και ο φλοιός δε τα αυτά τω καρπώ ποιεί.
Των δε φύλλων το αφέψημα συν οίνω ποθέν σπλήνα τήκει και οδονταλγίαις βοηθεί διακλυζόμενον, εγκάθισμά τε ροικαίς και περίχυμα τοις φθείρας και κονίδας γεννώσιν επιτήδειον. Και η από των ξύλων τέφρα προστεθείσα ρύσιν την εκ μήτρας στέλλει.
Κατασκευάζουσι δε ένιοι εκ του πρέμνου και κύλικας, αις επί των σπληνικών χρώνται αντί ποτηρίων, ως του δι’ αυτών πόματος ωφελούντος».
(Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής 1, 87).

Λαϊκή Ιατρική
Παλαιότερα συνηθίζετο να βράζονται σε νερό τα φύλλα από αρμυρίκια και το υγρό αυτό συνιστάτο ως φάρμακο, εξωτερικής χρήσεως, για την καταπολέμηση των φθειρών (ψειρών) και των κονίδων (των αυγών της ψείρας).

Επίσης τέφρα από το κάψιμο των ξύλων που προήρχετο από αρμυρίκια εθωρείτο ως κατάλληλη για το σταμάτημα της αιμορραγίας εξωτερικών τραυμάτων.

Ένα άλλο απλό και πολύ αποτελεσματικό μέσον για το σταμάτημα αιμορραγίας, προερχομένης από εξωτερικό τραύμα, είναι η χρήση ιστού αράχνης.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
H. Baumann, Die griechische Pflanzenwelt, Muenchen 1999.
Ι. Ηλ. Βολανάκης, Φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της Δωδεκανήσου, περιοδικό «ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ», τ. ΚΔ’ (Ρόδος 2010), σ. 712-749.
Εγκυκλοπαιδεία ΝΕΑ ΔΟΜΗ, τ. 4 (Αθήνα αν. χρ. εκδ.), σ. 210.
Ευ. Φραγκάκι, Η Δημώδης Ιατρική της Κρήτης (Αθήναι 1978),130-132.
Γ. Χριστόπουλος (Επιμέλεια), Εκδοτική Αθηνών (Αθήνα 1990).
Βotanica. Das Abc der Pflanzen. 10.000 Arten in Text und Bild (Koeln 1998), σ. 308.
R. Scheppelmann, Flora Graeca. Sibthorpiana, Volksausgabe, Edition Kentavros, (Hamburg 2017).

Διαβάστε ακόμη

Αγαπητός Ξάνθης: Ένα βιβλίο, γροθιά στο στομάχι για «την κλοπή του μέλλοντος» από την ακτιβίστρια Greta Thunberg

Μαρία Καροφυλλάκη-Σπάρταλη: «Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται ο των Αγγέλων Βασιλεύς…»

Σάκης Αρναούτογλου: «Η Φωνή των Δωδεκανήσιων στην Ευρώπη»

Πρωτοπρεσβπυτερις Κυριάκος Μανέττας: Μια χαριτωμένη μοναχική συνοδεία στο κελί των Εισοδίων της Θεοτόκου Ραβδούχου στο Άγιον όρος της Μονής Παντοκράτορος

Ελένη Καραγιάννη: Αξιολόγηση και κατάκριση στον δημόσιο βίο

Φίλιππος Ζάχαρης: Οι αγωνιστές των έρημων δρόμων και του βολικού διαδικτύου

Μαν. Κολεζάκης: Ιστορική αναδρομή στην oνοματολογία της Δωδεκανήσου

Στέφανος Χρύσαλλος: Έπεα Πτερόεντα (περί ορατότητας)