Η Ολυμπιάδα του πνεύματος και τα στερνοπούλια

Η Ολυμπιάδα του πνεύματος  και τα στερνοπούλια

Η Ολυμπιάδα του πνεύματος και τα στερνοπούλια

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 217 ΦΟΡΕΣ

Γράφει ο Στάθης Φαρμακίδης

Το Ολυμπιακό Στάδιο του σύμπαντος γιόμισε μυριάδες θεατών, απ’ όλες τις φυλές, απ’ όλα τα χρώματα του δέρματος που στολίζουν τους ανθρώπους.

Έβαλε τα γιορτινά του το πελώριο στάδιο και περίμενε τους πιο σπουδαίους και τους πιο ταπεινούς. Τους πιο παιδεμένους και τους πιο πνευματικούς. Εκεί λοιπόν ορίσανε να γενούν όλων των λογιών οι καλλιτεχνίες και οι διαγωνισμοί του πνεύματος του αληθινού.

Επτά μήνες κράτησε όλο αυτό το πανηγύρι. Ολυμπιάδα του πνεύματος! Ολημερίς το στάδιο γιόμιζε θάματα, άθλους, ζωγραφιές, μουσικές, στίχους και συγγράμματα. Συγγράμματα τόσα που χύθηκε άπλετο μελάνι, τέτοιο που δεν ξανάγινε στη γη ετούτη.

Οι θεατές χόρτασαν με την ψυχή τους όλες τις καλλιτεχνίες κι οι αγωνοδίκες πιότερη δουλειά δεν είχαν. Διάβαζαν νυχθημερόν κι ακούγανε τη μουσική και κρίνανε τους στίχους. Εμπνεύστηκαν απ’ τους πίνακες και τις ζωγραφιές, απ’ τα γλυπτά και τα θεατρικά τα έργα.

Άνοιγαν τ’ αυτιά και τα μάτια τους με θάμπος κι έκαμαν το ίδιο οι θεατές του σύμπαντος στο Ολυμπιακό Στάδιο. Ακαταπόνητα για επτά μήνες εισέπνεαν πνεύμα κι εξέπνεαν χαρά. Ξακουστά έγιναν σ’ όλο τον κόσμο τα πεπραγμένα των καλλιτεχνών κι όλοι ανέμεναν καρτερικά την κρίση των αγωνοδικών.

Κι όταν αυτοί τέλεψαν πια τις συνεδριάσεις τους, αποφάνθηκαν επίσημα. Βγήκε λοιπόν ο ανώτατος κριτής στη μέση του σταδίου και φώναξε δυο ονόματα που ομόφωνα τιμούνε. Δομίνικος και Νίκος, τα δύο στερνοπούλια. Αμέσως τινάχτηκαν απ’ τη θέση τους οι λεβέντες νικητές την κότινο να πάρουνε απ’ τους αγωνοδίκες. Όλο το σύμπαν όρθιο πρόσμενε να δει τα πρόσωπά τους, στη γύρα που θα κάνουνε δαφνοστεφανωμένοι. Κι ήταν ωραίοι και λιτοί, αετόπουλα στο χώμα.

Τα πνεύματα τα λαμπερά παρέλασαν ολούθε κι αντίκρισαν οι θεατές το θέαμα το εξαίσιο. Σπινθηροβόλα έριχναν τα βλέμματα σαν να ‘ταν δίδυμοι ήλιοι! Τα μάτια τους οι νικητές τα είχαν καρφωμένα. Μάταια ψάχνανε ψηλά να δούνε στις κερκίδες, τον γέροντα φιλόσοφο, πατέρα τους Σωκράτη. Οι ομόφυλοί τους τού ‘δωκαν το κώνειο να πιει, μα οι απόγονοι θα ξέπλεναν για πάντα την ντροπή. Ωστόσο πώς να τιμήσουνε την άξια γενιά τους;

Άξαφνα στην αλάργα τους ξεχώρισαν μια γραία. Συντόνισαν βηματισμό, κινήθηκαν προς το πέταλο για να βρεθούν κοντά της. Ρίγος τους έπιασε βαρύ μόλις την αντικρίσαν. Αρπάξανε με ορμή την όμορφη γυναίκα, σαν να της αφαιρέσανε μισό αιώνα ζήσης… Σάστισε ολάκερο το στάδιο κι ολάκερο το σύμπαν σαν αναγνώρισε στερνά τη μάνα τους Ελλάδα! Την είχαν ξαναδεί εκεί πολλές φορές πιο νέα, να χαίρεται τα σπλάχνα της που πρώτευαν στις τέχνες. Μα τώρα τους διέφυγε στην τόση τη θαμπάδα, οι δύο ήλιοι σκέπασαν τη μάνα τους Ελλάδα.

Στους ώμους την εβάλανε αντί για τον πατέρα και δακρυσμένοι και οι τρεις το στάδιο γυρίζαν. Ωσάν τον Διαγόρα το Ρόδιο περιέφεραν την περήφανη και ένδοξη γριά. Τον θρίαμβό της χαίρονταν το στάδιο γιομάτο. Ζητωκραυγές αυθόρμητες κι ωραίες ιαχές οι θεατές αποθέωσαν μάνα και νικητές. Κι όλοι οι πρότεροι συναγωνιζόμενοι λεβέντες πνευματώδης δάκρυσαν στην εικόνα αυτή που έβλεπαν μπροστά τους.

Ο Νίτσε, ο Μότσαρτ, ο Πικάσο, ο Λένιν, και ο Μαρξ, όλοι χειροκροτούσανε γριά-πολιτισμό! Ο Κομφούκιος, ο Αϊνστάιν, ο Νεύτωνας, ο Λεονάρντο ντα Βίντσι κι ο Σαίξπηρ της φίλησαν τα χέρια που έφερε στο φως τούτα τα παλληκάρια. Ιπποτικά και γνήσια δόξαζαν την Ελλάδα. Γιατί μονάχα αυτή είχε την αρχέγονη μήτρα που έβγαζε πνεύματα ευγενικά.


Επτά παιδιά ευλόγησε μια κόρη κι έξι γιους. Την κόρη την πρωτότοκο είπαν Δημοκρατία, αυτή ανέλαβε τους γιους με αρετές να θρέψει. Πρότυπο τον πατέρα τους, τη μάνα τους σημαία, την αδερφή καμάρι τους είχαν οι έξι γιοι. Στον Όλυμπο τους γέννησε και γεύτηκαν τη δόξα: Πλάτωνας, Αριστοτέλης, Οδυσσέας, Αλέξανδρος, Δομίνικος και Νίκος.

Όλοι τους πνεύμα κοφτερό,
σπινθηροβόλο βλέμμα,
στο σύμπαν επιδράσανε,
αλλάξανε το ρέμα.
Μονάχα το παράπονο τους πιάνει για τη μάνα,
οι απόγονοί τους σμίκρυναν πνεύμα και αρετές.
Στο πάτριο το έδαφος
την ‘κάμαν παραμάνα,
επαίτες αλαφροΐσκιωτοι,
τρακόσοι πειρατές.

Διαβάστε ακόμη

Θανάσης Καραναστάσης: Όπου λαλούν πολλοί... μνηστήρες

Μανώλης Κασσώτης: Στην Κάσο το Συμπόσιο Στέγης Γραμμάτων-Τεχνών

Γιάννης Παρασκευάς: Τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε

Μάξιμος Χαρακόπουλος: «Δεν είμαστε δεδομένοι»

Μανώλης Χατζηάμαλλος: Υπάρχουν δικασταί εις τας Αθήνας!

Φίλιππος Ζάχαρης: Επανάληψη της ιστορίας και ήττα της σκέψης

Αργύρης Αργυριάδης: Ποιος νομοθετεί σ’ αυτόν τον τόπο;

Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Κίκερ το κριόμορφον (Cicer arietinum), κοινώς ρεβιθιά