Μανώλης Κολεζάκης| Φραγκοκρατία στη Ρόδο και στα Δωδεκάνησα: Το κράτος των Ιπποτών (1300 μ.Χ.-1453 μ.Χ.)

Μανώλης Κολεζάκης| Φραγκοκρατία  στη Ρόδο και στα Δωδεκάνησα: Το κράτος των Ιπποτών (1300 μ.Χ.-1453 μ.Χ.)

Μανώλης Κολεζάκης| Φραγκοκρατία στη Ρόδο και στα Δωδεκάνησα: Το κράτος των Ιπποτών (1300 μ.Χ.-1453 μ.Χ.)

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 877 ΦΟΡΕΣ

Γράφει ο
Μανώλης Κολεζάκης
emmanuelnkolezakis@gmail.com

 

Το νησί της Ρόδου, μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1204 μ.Χ., γνώρισε τοπικούς άρχοντες, τους Γαβαλάδες.

Ο Λέων Γαβαλάς (1204-1240) και ο αδελφός του Ιωάννης (1240-1250) κυβέρνησαν τα Δωδεκάνησα ως ανεξάρτητοι σχεδόν ηγεμόνες. Από το 1250 η Ρόδος, η Κως, η Κάλυμνος, η Λέρος και τα γόρω νησιά πέρασαν στην αυτοκρατορία της Νίκαιας με διαφορετικό κυβερνήτη σε κάθε νησί: (στην Κάλυμνο και στη Λέρο εντοπίζεται το 1254 ο Κωνσταντίνος Διογένης ο οποίος φέρει το αξίωμα του δούκα, του απογραφέα και του εξισωτή. Στο τελευταίο τέταρτο του 13ου αιώνα η Ρόδος βρέθηκε στα χέρια Γενοβέζων, των Giovanni dello Cavo, Andrea Moresco και Vignolo degli Vignoli, οι οποίοι έφεραν τον τίτλο του ναυάρχου του βυζαντινού αυτοκράτορα.

- Κατά το δεύτερο μισό του 13ου αιώνα Γενοβέζοι, Οθωμανοί των μικρασιατικών παραλίων και Βενετοί έκαναν αποβάσεις στα Δωδεκάνησα. Η Βενετία είχε εγκαθιδρίσει ένα πρακτορείο στη Ρόδο το 1234 που αντικαταστάθηκε από ένα γενοβέζικο το 1248. Η Κως ήταν βενετικό προτεκτοράτο μέχρι το 1304-1307, οπότε πέρασε στην εξουσία του Γενοβέζου Benedetto A΄ Zaccaria, ηγεμόνα της Χίου. Η Νίσυρος, στο μεταξύ, παρέμενε χωρίς κυβερνήτη και χρησίμευε ως καταφύγιο πειρατών, Ελλήνων και Σαρακηνών.


Το 1309 η Ρόδος πέρασε στην κυριαρχία του Τάγματος των Ιωανντών Ιπποτών. Την ίδια χρονιά οι Ιππότες ήλθαν αντιμέτωποι με τον Βενετό Andrea Cornare σχετικά με την κυριαρχία της Καρπάθου, της Σαρίας και της Κάσου. Τόσο η Κως όσο και η Νίσυρος κατελήφθησαν γόρω στο 1314. Και τα δύο νησιά είχαν σημαντική στρατηγική θέση, χρησιμεύοντας για τον ανεφοδιασμό των πλοίων.

 


Το τάγμα του Αγίου Ιωάννη οφείλει την καταγωγή του σε ένα ξενώνα για προσκυνητές που είχε ιδρυθεί στην Ιερουσαλήμ από εμπόρους του Amalfi γύρω στο 1070.
Τη στρατιωτική του μορφή πήρε μετά την πρώτη Σταυροφορία, το 1113, όταν με παπική βούλα ορίστηκαν οι κανονισμοί του.
Οι Ιππότες συνέχισαν το κοινωνικό τους έργο διατηρώντας ξενώνες στη Συρία, όπως και ιδιοκτησίες και προνόμια σε όλο το χριστιανικό κόσμο. Μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ το 1187 το Τάγμα μεταφέρθηκε στην Ακρα, με κτήσεις στην Αντιόχεια, στην Κύπρο και στην Κιλικία. Το 1291, χάνοντας την Ακρα και τις συριακές κτήσεις τους, οι Ιππότες εγκαταστάθηκαν στη Λεμεσό της Κύπρου. Τα οικονομικά προβλήματα και κυρίως η εξάρτησή τους από τους βασιλείς της Νάπολης και της

Αραγώνας, όπως ακόμη και η παρουσία των Ναϊτών στην Κύπρο ανάγκασαν το Τάγμα να στρέψει το ενδιαφέρον του προς τη Ρόδο. Το νησί αγοράστηκε από το Γενοβέζο Vignolo degli Vignoli, που είχε επιτόχει να πάρει ακόμη από το βυζαντινό αυτοκράτορα την Κω και τη Λέρο. Αυτή την εποχή ο ανιψιός του Vignoli, Andrea Moresco, πειρατής από τη Γένοβα, ο οποίος ήταν στην υπηρεσία του Ανδρόνικου Β’, είχε φεουδαρχικά δικαιώματα στην Κάρπαθο και στα γόρω νησιά.

Το νησί της Ρόδου ήταν γόνιμο, σε επαφή με τις νοτιοδυτικές ακτές της Μικράς Ασίας, πολό κοντά στην Κύπρο και στην Κρήτη, κόμβος εμπορικών δρόμων προς και από την Κωνσταντινούπολη και την Αλεξάνδρεια, και κυρίως είχε ένα σημαντικό από στρατηγικής άποψης λιμάνι. Η πόλη παραδόθηκε στους Ιππότες το 1309 μετά από σθεναρή αντίσταση, ενώ χρειάστηκε ένας χρόνος περίπου για να περάσει η όλη επικράτεια κάτω από την ιπποτική κυριαρχία, με τις ευλογίες του πάπα. Η έδρα του Τάγματος βρισκόταν σε ένα τμήμα της πόλης/μπούργκου, το Κολλάκιο, το οποίο ξεχώριζε μέσω ενός τείχους.

Υπήρχαν Ιππότες Ιταλοί, μερικοί Γερμανοί και λίγοι Αγγλοι και Ισπανοί, ενώ κατά το μεγαλότερο μέρος τους ήταν Γάλλοι. Οι εθνότητες ή Γλώσσες μέχρι το 1461 ήταν επτά, οπότε εκείνη της Ισπανίας χωρίστηκε στη Γλώσσα της Αραγωνίας και στη Γλώσσα της Καστίλλης-Πορτογαλίας. Το Τάγμα ήταν συγκροτημένο από τρεις τάξεις, οι οποίες αντανακλούσαν τον κοινωνικό διαχωρισμό της μεσαιωνικής φράγκικης κοινωνίας: τους ιππότες, τους καπελάνους και τους σεργέντες. Οι ιππότες (milites), γόνοι ευγενών, είχαν δικαίωμα στα ανώτατα στρατιωτικά και διοικητικά αξιώματα.

Οι καπελάνοι (cappelani) όφειλαν να μην κατάγονται από δούλους και εξασκούσαν τις θρησκευτικές τελετές. Μπορούσαν να είναι απλοί κληρικοί, καπελάνοι ή πριόρηδες, που ήταν σε ανώτερη βαθμίδα. Ο πριόρης του Αγίου Ιωάννη του Κολλακίου εξουσίαζε όλους τους καπελάνους της Ρόδου. Οι σεργέντες (sergentes), απόγονοι μη δούλων και αυτοί, έπαιζαν βοηθητικό ρόλο στη ζωή του Τάγματος.


Η κεντρική διοίκηση λειτουργούσε με ανώτατο άρχοντα τον Μεγάλο Μάγιστρο σε συνδυασμό με συλλογικά διοικητικά όργανα, τη Γενική Σόνοδο (Capitulum Generale) και το Συμβούλιο (Capitulum ή Conventus). Ο Μέγας Μάγιστρος, του οποίου η εξουσία ελεγχόταν από τη Γενική Σύνοδο, ήταν ισόβιος. Μετά από αυτόν ακολουθούσαν οκτώ υψηλά αξιώματα, τα οποία μετά τη Γενική Σόνοδο της Arles (1320) αντιστοιχούσαν σε συγκεκριμένες Γλώσσες/Εθνότητες: ο Μέγας Κομεντόρης/magnus praeceptor ή comendator (αρχηγός της Γλώσσας της Προβηγκίας), ο Μαρισκάλδος/marescallus (αρχηγός της Γλώσσας

της Ωβέρνης), ο Μέγας Ξενοδόχος/hοspitalarius ή magnus hospitalarius (αρχηγός της Γλώσσας της Γαλλίας), ο Αμιράλης/admiratus (αρχηγός της Γλώσσας της Ιταλίας), ο Ντραπιέρος/drapperius ή magnus conservator (αρχηγός της Γλώσσας της Αραγωνίας), ο Τρεζουριέρης ή Μέγας Μπαλής/tresaurarius ή magnus baiulivus (αρχηγός της Γλώσσας της Γερμανίας), ο Μέγας Τουρκόπουλος/magnus turcopolerius (αρχηγός της Γλώσσας της Αγγλίας) και ο Μέγας Καγκελάριος/magnus cancellarius.
Η άσκηση της διοίκησης ήταν συγκεντρωτική. Οι κομενταρίες αποτελούσαν τις βασικές μονάδες και είχαν υπό τον έλεγχό τους οικισμούς και κτήματα. Οι καστελλανίες έπαιζαν καίριο ρόλο στην άμυνα των περιοχ;vn.

Οι διοικητές των κομενταριών και των καστελλανιών, οι κομεντόρηδες και οι καστελλάνοι αντίστοιχα, διορίζονταν από τους διοικητές των πριοράτων, τους πριόρηδες. Τα πριοράτα αποτελούνταν από διάφορες κομενταρίες. Τα casali (χωριά;), που ήταν ιδιοκτησίες ιπποτών ή λαϊκών και περιλάμβαναν τους δουλοπάροικους, τους σκλάβους και τα εισοδήματα, αποτελούσαν περισσότερο οικονομικές ή αγροτικές μονάδες παρά διοικητικές υποδιαιρέσεις, όπως οι καστελλανίες ή οι contratae.


Το 1319 και το 1346 αναφέρεται το casale της Villanova, το 1339 της Κατταβιάς, το 1347 του Vathy (Βάτι;) και της Mutona, το 1348 του Καλαμώνα, το 1365 της Καλάθου και του Ladrema (Λάερμα;). Ο αριθμός των Ιπποτών στην έδρα του Τάγματος ήταν περιορισμένος. Λίγο πριν από την κατάληψη της Ρόδου καταγράφονται ογδόντα στη Λεμεσό. Το 1348 ολόκληρο το Τάγμα δεν έχει παραπάνω από πεντακόσια μέλη, σε Ανατολή και Δύση, ενώ το 1399 καταμετρούνται στη Ρόδο εξήντα τρεις ιππότες από τη Γλώσσα της Προβηγκίας. Η Γλώσσα της Ωβέρνης έχει τριάντα πέντε ιππότες το 1409, ενώ το 1440, το Τάγμα έχει διακόσια άτομα στη Ρόδο. Κατά το α’ μισό του 15ου αιώνα οι κάτοικοι δεν ξεπερνούν τις επτά με οκτώ χιλιάδες. Για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις χρησιμοποιούνταν μισθοφορικά σώματα.

Πληθυσμιακή διαστρωμάτωση
Το 1311 συγκλήθηκε για πρώτη φορά η Γενική Σύνοδος του Τάγματος, η οποία, εκτός των άλλων, αποφάσισε ότι οι Ιππότες μπορούσαν να κατέχουν γη και ακίνητα και να τα μεταβιβάζουν, μέχρι το θάνατό τους, οπότε περιέρχονταν στη δικαιοδοσία του Τάγματος. Το 1313 ο μέγας μάγιστρος Foulques de Villaret καθόρισε με βούλα τις προϋποθέσεις εποικισμού της Ρόδου με έμψυχο υλικό από διάφορες κοινωνικές τάξεις. Με αυτό τον τρόπο, δόθηκαν φέουδα σε δυτικοευρωπαίους που δεν ήταν μέλη του Τάγματος: οι αδελφοί ευγενείς Chiqui και Niccolo Assanti από την Ischia πήραν το νησί της Νισύρου το 1316 με την προϋπόθεση να συντηρούν μία γαλέρα ενώ ο Fulco, αδελφός του Vignolο degli Vignoli πήρε το 1325 διά βίου το χωριό της Λάρδου στη Ρόδο.


Πλήθος κεφαλαιούχων-εμπόρων, αλλά και δικηγόρων, νοταρίων και χειρονακτών από τη Φλωρεντία, τη Γένοβα, την Πίζα, τη Βενετία, την Κρεμόνα κλπ παρουσιάστηκε στο προσκήνιο. Ετσι, το 1335 η Γενική Συνέλευση επέτρεψε στο Μεγάλο Μάγιστρο να εκχωρεί γαίες με χρηματικό ενοίκιο, σε Έλληνες και Φράγκους. Το 1366 παραχωρήθηκαν στον burgensi (κάτοικο της πόλης της Ρόδου) Borrello Assanti τα νησιά Χάλκη, Αλιμνιά και Επισκοπή, προς 200 χρυσά φιορίνια το χρόνο. Το 1386 η Κως, η Κάλυμνος και η Λέρος παραχωρήθηκαν στο Γερμανό ευγενή Hesso Schlegeholtz, προς 100 φιορίνια ετησίως.

Οι εμπορικές ιταλικές πόλεις αντιπροσωπεύονταν με ικανοποιητικό αριθμό πολιτών στη Ρόδο. Η παρουσία των Καταλανών, κυρίως κατά το 15ο αιώνα δεν είναι μικρή, ενώ ισχνές είναι οι πληροφορίες για τους Βουργούνδιους, και τους πολίτες με καταγωγές από τη Μαγιόρκα, την Πράγα και την Βαλέντσια της Ισπανίας. Στους παραπάνω προστίθενται Σύριοι, Αιγόπτιοι και φυσικά Εβραίοι, καταγόμενοι από τη Χίο, το Χάνδακα και τη Μασσαλία, Τσιγγάνοι και Αρμένιοι. Η Γένοβα, η Φλωρεντία και Βενετία διατηρούσαν προξένους στην πόλη.

Κοινωνικές δομές στο ιπποτικό κράτος
Οι κοινωνικές τάξεις των υπηκόων του Ιπποτικού κράτους ήταν οι ακόλουθες από την κατώτερη στην ανώτατη βαθμίδα: οι πάροικοι (parichi), ή servi ή servi ascripticii, οι μαρινάριοι ή ναότες, οι φραγκομάτοι (απελεόθεροι) και οι burgenses.
Οι πάροικοι βρίσκονταν πολύ κοντά στην ύπαιθρο και στα γεωργικά χιοριά. Οι μαρινάριοι ήταν υπόχρεοι της αγγαρείας της θητείας στα πλοία του ιπποτικού κράτους. Οι burgenses ήταν ελεόθεροι ή απελεόθεροι πολίτες.

 


Οι υπήκοοι του ιπποτικού κράτους διακρίνονταν επίσης σε δύο άλλες κατηγορίες: τους subitos territoriales, τους ιθαγενείς κατοίκους των νησιών, και τους subitos institutionales, τους ιππότες δηλαδή που κατοικούσαν είτε στη Δύση, είτε στην Ανατολή.


Οι διαφορές μεταξύ τους ήταν σημαντικές: οι ιππότες με τη θέλησή τους είχαν ενταχθεί στο Τάγμα, οι δε ντόπιοι είχαν αναγκασθεί να δεχθούν την ξένη κυριαρχία, ενώ παράλληλα δεν είχαν πρόσβαση ή δικαιώματα στην εξουσία.

Οικονομία στο ιπποτικό κράτος
Παρόλες τις απαγορευτικές διατάξεις γενικών Συνόδων του Τάγματος, οι Ιππότες ίδρυσαν ένα κράτος που στηριζόταν στις εμπορικές συναλλαγές.
Εξάλλου η πολιτική της ενοικίασης και της διαχείρισης μεγάλων εκτάσεων, ακόμη και ολόκληρων νησιών, τους οδήγησε αναγκαστικά στους δρόμους της πρωτογενούς παραγωγής και της, μεταπρατικής αγοράς.


Τα γεωργικά, κτηνοτροφικά και ορυκτά προϊόντα των νησιών της επικράτειας, όπως τα δημητριακά και τα όσπρια της Ρόδου, της Κω και της Λέρου, τα σύκα της Νισύρου και τα αιγοπρόβατα ιδιωτών και μοναστηριών δεν φαίνεται ότι επαρκούσαν καθώς εισάγονταν προϊόντα πρώτης ανάγκης από την Κύπρο, Εόβοια, Φώκαια, Μυτιλήνη, Πελοπόννησο, Ν. Ιταλία και Σικελία. Βιοτεχνικές μονάδες σαπωνοποιίας, υφαντικής, ενδυμάτων και όπλων λειτουργούσαν στην πόλη της Ρόδου ήδη από το α΄ μισό του 14ου αιώνα.
Η ροδιακή ζάχαρη, της οποίας η ποιότητα θεωρούνταν ως από τις καλότερες στη Μεσόγειο, αποτελούσε το κρατικό μονοπώλιο.


Τα έσοδα του Τάγματος από τα Δωδεκάνησα, κυρίως με τη μορφή φόρων, ήταν πολύ μικρή σε σχέση με εκείνα που προέρχονταν από την ακίνητη περιουσία των πριοριών στη Δόση κατ που σπάνια έφταναν στον προορισμό τους, με αποτέλεσμα την οικονομική ανεπάρκεια του δημόσιου Ταμείου και την εξάρτηση του Τάγματος από λατίνους κυρίως κεφαλαιούχους που εμπορεύονταν στη Ρόδο και που δάνειζαν χωρίς τόκο. Αγνοείται κατά πόσο η εξάρτηση αυτή δημιουργούσε προϋποθέσεις για επίδραση ή και συμμετοχή των πιστωτών του κράτους στις αποφάσεις του Τάγματος.

Ο ρόλος των Ελλήνων εμπόρων στην οικονομική ανάπτυξη της Ρόδου φαίνεται εξίσου σημαντικός με εκείνο των δυτικοευρωπαίων και των Μαυριτανών. Ιδιαίτερα σημαντικό πρόσωπο ήταν ο Ρόδιος Αντώνιος Καλόθετος, ο οποίος το 1439 σημειώνεται ως συνεταίρος του Φράγκου Ρόδιου Palamides Minerbetto.


Ο Καλόθετος ήταν πλοιοκτήτης, πλοίαρχος και έμπορος που κινούνταν τόσο στον αιγαιακό όσο στον ευρότερο μεσογειακό χώρο.


Γνωστοί ακόμη είναι ο Ιωάννης Γιαξής (1448), ο Αντώνιος Μελίγαλος και ο Ιωάννης Μποτέρης, όπως ακόμη ο Γεώργιος Μαθάς και ο Νικόλαος Ζοναρτζής (1452). Μεγάλες εμπορικές και τραπεζικές εταιρείες, οι Peruzzi, Bardi, Altoviti, Capponi, Federighi, Guaratesi, Acciaioli και Alberti, διέθεταν υποκαταστήματα στη Ρόδο.
Οι Βενετοί αγόραζαν το μεγαλότερο μέρος της ζάχαρης που παραγόταν στην ιπποτική επικράτεια.

Ιστορικές πληροφορίες για τα άλλα νησιά του συμπλέγματος
Οι πληροφορίες σχετικά με τα νησιά του συμπλέγματος εκτός Ρόδου είναι πενιχρές. Αρκούμαστε να αναφερθούμε στην Κω και στη Νισυρο.

Κως
Η Κως κατελήφθη από τους Ιππότες το 1314 και παρέμεινε κάτω από την κυριαρχία τους μέχρι το 1523, οπότε κατελήφθη από τους Οθωμανούς. Χάρη στο γόνιμο έδαφός της, τροφοδοτούσε με σιτηρά και κρασί το ιπποτικό κάστρο του Αγίου Πέτρου στην Αλικαρνασσό, ακόμη και τη Ρόδο σε αρκετές περιπτώσεις. Αποτελούσε σχεδόν πάντα την έδρα διοικητή (precettore ή commendatore ή baglivo ή governatore ή luogotenente) στον οποίο υπάγονταν η Κάλυμνος και η Λέρος, σχηματίζοντας με αυτόν τον τρόπο μία ενιαία και αυτόνομη διοικητική μονάδα. Στην εκχώρηση των νησιών στο Schlegelholtz το 1386, μετρούνται 25 ιππότες, Φράγκοι μισθοφόροι στρατιώτες και 100 ελαφρά οπλισμένοι ιππείς. Μετά το θάνατο του διοικητή, το Τάγμα διόρισε το 1412 έναν απλό διαχειριστή.

Νίσυρος
Οι πληροφορίες για τη Νίσυρο κατά τον 14ο αιώνα αφορούν κυρίως τη μνεία των διοικητών. Το νησί παραχωρήθηκε στους αδελφούς Assanti ως φέουδο με κληρονομικό δικαίωμα. Τον τελευταίο απόγονο της οικογένειας, Bartolomeo, διαδέχθηκε το 1386 ο αδελφός Domenico de Alamania και αυτόν, το 1392, ο ευγενής ναπολιτάνος Buffiglio Brancaccio. Ο ιταλός ταξιδιώτης Nicolo da Martoni, περνώντας από εκεί το 1394, αναφέρει παραγωγή καρπών-κυρίως σόκων, σταριού και κριθαριού.


Ακόμη, μετρά τρία κάστρα, ένα κοντά στη θάλασσα και δύο πάνω στην κορυφή των βουνών, όπως ακόμη πολλά χωριά. Το 1401 η Νίσυρος εκμισθώθηκε στον Dragonino Clavelli, ενώ το 1433 ενοικιάσθηκε διά βίου στον ιππότη Fantino Quirini, με την υποχρέωση του τελευταίου να συντηρεί τα κάστρα και να διατηρεί μόνιμα εκεί δύο Ιππότες και ένα καθολικό ιερέα.


Ο φλωρεντινός περιηγητής Buondelmonti, στα πρώτα χρόνια του 15ου αιώνα, αναφέρει πέντε πόλεις στο νησί, το Μαντράκι, το Παλαιόκαστρο, τη Παντονίκη και το άργος. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η εξαγωγή και η πώληση του θειαφιού από το ηφαίστειο και η ύπαρξη των ιαματικών νερών στο νησί.


Η Νίσυρος υποδουλώθηκε στους Οθωμανούς το 1522.
(Το υλικό αντλήθηκε από το βιβλίο του Θ. Α. Αρχοντόπουλου (Διατριβή), από την εφημερίδα «Το Πρώτο θέμα» άρθρο του Μιχ. Στούκα και από την Εγκυκλοπαίδεια Wikipedia).

Διαβάστε ακόμη

Παναγιώτης Κουνάκης: Νησιώτες, πολίτες Γ’ κατηγορίας

Γιώργος Ζαχαριάδης: «Αν φυτρώσουν λουλούδια στις πόρτες μας»

Δημήτρης Προκοπίου - Φώτης Αναστασιάδης: Τουρισμός, κίνδυνοι και εναλλακτικές μορφές

Φίλιππος Ζάχαρης: Κοπιάζοντας για το τέλος και τη νέα αρχή

Αργύρης Αργυριάδης: Η ιδεολογική «μετάλλαξη» της ΝΔ

Ηλίας Καραβόλιας: Ο αληθινός φόβος των μαζών

Χρήστος Γιαννούτσος: Πέρυσι η Ρόδος, φέτος η Κως και η Χίος... μετά;

Γιάννης Σαμαρτζής: Η μεγέθυνση της οικονομίας, μέσω της αύξησης των επενδύσεων