Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης («Ο Γέρος του Μοριά») και η συμβολή του στην Ελληνική Επανάσταση του 1821

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης («Ο Γέρος του Μοριά») και η συμβολή του στην Ελληνική Επανάσταση του 1821

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης («Ο Γέρος του Μοριά») και η συμβολή του στην Ελληνική Επανάσταση του 1821

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 912 ΦΟΡΕΣ

Γράφει ο Κυριάκος Ι. Φίνας

Αποτελεί αναμφισβήτητη πραγματικότητα ιστορικά θεμελιωμένη ότι η ενεργός παρουσία και η δράση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη επί τέσσερις δεκαετίες, τόσο στα προεπαναστατικά και επαναστατικά δρώμενα, όσο και στα προεπαναστατικά μέχρι το 1843 που πέθανε, η θέση και η συμβολή του μπαρουτοκαπνισμένου Γέρου του Μοριά υπήρξε, πράγματι, καθοριστική και πρωταγωνιστική.

Ο ιστορικός Σπύρος Μελάς αναφέρει επί του προκειμένου: «...Εάν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είχε γεννηθεί στην Ιταλία των κοντοτιέρων, θα ‘παιζε όλη τη Χερσόνησο στα χέρια του και θα καθόταν σε θρόνο. Εάν είχε γεννηθεί στη Γαλλία και ήταν στην Επανάστασή της, θα μοιραζόταν με τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη δόξες μεγάλων κατορθωμάτων. Η αγαθή, όμως, μοίρα των Ελλήνων έκαμε να γεννηθεί ανάμεσά τους, τη στιγμή που χρειαζόταν, για να σπάσει τις βαριές αλυσίδες της σκλαβιάς τους».

Επί του προκειμένου πρέπει να αναφερθεί ότι ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης δεν είχε προβλέψει στη συγγραφή Απομνημονευμάτων. Τελικά, όμως, πείσθηκε από τον ιστορικό Γεώργιο Τερτσέτη και τα υπαγόρευσε.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στην αρχή των Απομνημονευμάτων του αναφέρει: «...Εγεννήθηκα εις τα 1770, Απριλίου 3, τη Δευτέρα της Λαμπρής. Η αποστασία της Πελοποννήσου έγινε το 1769. Εγεννήθηκα εις ένα βουνό, εις ένα δένδρο από κάτω, εις την παλαιάν Μεσσηνίαν, ονομαζόμενον Ραμαβούνι. Ο πατέρας μου ήτο αρχηγός των αρματωλών εις την Κόρινθον. Όταν ανήγγειλαν στον παππού μου Γιάννη Κολοκοτρώνη τη γέννησή μου, αυτός ο πολέμαρχος με την πείρα, ωστόσο, του παρελθόντος και πικραμένος από την αποτυχούσα Επανάσταση του Ορλώφ, που η Ρωσία κατά την πάγια τακτική των εκάστοτε Μεγάλων Δυνάμεων, δεν μας βοήθησε επαρκώς, δεν ενθουσιάσθηκε και είπε: «Τούτο το παιδί θα παντρευθεί και θα κάμει παιδιά και αγγόνια και πάλι λευτεριά δεν θα δούμε».

Το όνομα Θεόδωρος, με το οποίο βαπτίστηκε, ήταν καινούργιο στη γενιά του. Κανένας από τους Κολοκοτρωναίους δεν το είχε. Ήταν της μόδας, γιατί ένας από τους αδελφούς Ορλώφ, ο Θεόδωρος Ορλώφ, επικεφαλής της ρωσικής μοίρας έφθασε στην Πελοπόννησο και μιλώντας τακτικά στους προύχοντες για την αρχαία ελληνική δόξα, είχε γίνει πολύ αγαπητός.

Η ανησυχητική, παρά ταύτα, πρόβλεψη του Γέρου Γιάννη Κολοκοτρώνη δεν επαληθεύτηκε. Απεναντίας, το εγγονάκι του αυτό, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, σε 50 χρόνια από τη γέννησή του, με το σπαθί στο χέρι θα πρωταγωνιστήσει στον Μεγάλο Αγώνα του 1821. Και αποδείχθηκε ένας Πατριδολάτρης, από τα παιδικά του χρόνια μέχρι την τελευταία του πνοή.

Ο πατέρας του, ο Κωνσταντίνος Κολοκοτρώνης, φονεύθηκε το 1780 στους Πύργους της Καστάνιας, μεταξύ Γυθείου και Σπάρτης. Κατά τη μάχη εκείνη με τους Τούρκους, από την οικογένεια των Κολοκοτρωναίων διασώθηκε μια γυναίκα, η οποία ντυμένη ανδρικά διέφυγε, διανοίγοντας δρόμο με το γιαταγάνι, κρατώντας ένα δεκάχρονο αγόρι.

Η γυναίκα εκείνη ήταν η «καπετάνισσα» μάνα και το παιδί ο Θεοδωράκης, ο μέλλων «Γέρος του Μοριά» επωνυμία την οποία του έδωσε ο λαός και έμεινε στην Ιστορία. Όχι για την ηλικία του, καθόσον την εποχή εκείνη στις λαϊκές τάξεις «Γέρος» δεν υποδήλωνε τον υπερήλικα, αλλά τον σεβαστό από όλους, εκείνον που θα έπρεπε να ακούουν και να προσέχουν όλοι, κυρίως όμως τον Αρχηγό. Αυτή, ακριβώς, τη φήμη και τη θέση είχε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης κατά την Επανάσταση στην Πελοπόννησο.

Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στη Μάνη. Στα δεκαπέντε του ανακηρύχθηκε από τα παλικάρια του πατέρα του που ζούσαν σε Καπετάνιο και εξόρμησε προς τα βουνά της Αρκαδίας. Στα δεκαεπτά, αναγνωρίστηκε αρματωλός της Επαρχίας του λεονταρίου κι εκεί παντρεύτηκε την κόρη ενός Προεστού. Όπως διηγείται ο ίδιος, ένας Καλόγερος, στην αρχή της τρικυμισμένης ζωής του τού είχε μάθει να διαβάζει «το Ψαλτήρι», το οκτωήχι, το μηνιαίο και άλλες προφητείες.

Παρά ταύτα, αν και δεν είχε μάθει πολλά γράμματα ο Κολοκοτρώνης, όπως αναλύει ο Απόστολος Δασκαλάκης: «κατά τους χρόνους της ζωής του στην Πελοπόννησο και τη Ζάκυνθο απέκτησε πολεμικές, πολιτικές και κοινωνικές γνώσεις τόσες, όσες ίσως κανείς άλλος δεν είχε στρατιωτικός Ηγέτης της Επανάστασης».

Ιδού, πώς το περιγράφει, μεταξύ των άλλων και ο σύγχρονός του Τερτσέτης: «...Ο Κολοκοτρώνης είχε τρόπον μαγευτικόν επάνω του. Επείθοντο εις αυτόν όλοι οι στρατιώται, αυτοθελήτως επιθυμούσαν να ευρίσκονται εις τας διαταγάς του. Η παρουσία και η υπογραφή του ήταν το δυνατότερον όπλον εις τον στρατιώτην, ίνα είπω εις την Πελοπόννησον, αφού έφθασε, πλέον, να λέγουν και οι απλοί Έλληνες: «Το είπε ο Γέρος». Η φωνή του ήταν βροντώδης και μεγάλη, είχε βλέμμα ζωηρόν, τόλμην εις τους πολέμους και στρατηγήματα».

Για μερικά χρόνια, αρχές του 1800, κατατάχθηκε στον αγγλικό στρατό και παρέμεινε στη Ζάκυνθο, όταν τα Επτάνησα ήταν υπό αγγλική διοίκηση. Έτσι, για 15 χρόνια περίπου (1806-1820), βρίσκεται μεταξύ Ζακύνθου και Πελοποννήσου συνεχώς καταδιωκόμενος από τους Τούρκους».

Το 1818, στην Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη Ζάκυνθο μυείται στη Φιλική Εταιρεία. Έκτοτε, αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά για τον ξεσηκωμό. Μετά τον όρκο του Φιλικού που έδωκε, είπε στον Κατηχητή του, τον Αναγνωρά: «Εγώ, η φαμίλια μου, τ’ άρματά μου, το αίμα μου, ό,τι έχω είναι για την Ελλάδα». Και πράγματι, τα έδωκε αφειδώλευτα. Και όταν το Πάσχα του 1819 συναντήθηκε με τον Καποδίστρια στην Κέρκυρα, ο τελευταίος όντας πλέον Υπουργός των Εξωτερικών στη Ρωσία, στο μεγάλο γιορτινό τραπέζι που παρέθεσε στο σπίτι του, σε κάποια στιγμή ο Κολοκοτρώνης άρπαξε με τα χέρια του μια πλάτη και την έδωκε του Καποδίστρια που ‘τρωγε με το μαχαιροπίρουνο:
-Να, έτσι τρώνε τα παλικάρια το ψητό!
Ο Καποδίστριας ενθουσιάστηκε, όλοι γέλασαν, ευθύμησαν. Και τα ποτήρια σηκώθηκαν μοναχά τους στην υγεία της Λευτεριάς. Ο Καποδίστριας γύρισε και είδε τον Κολοκοτρώνη. Είδε τα μάτια του να γελούν και να κλαίνε. Δεν του βάσταξε η καρδιά να τον αφήσει χωρίς ελπίδα. Τον ζύγωσε και σκύβοντας του είπε στ’ αυτί:
- Εφέτος κάνουμε Πάσχα εδώ στους Κορφούς και του χρόνου στην Πατρίδα σου, το Μοριά.
- Εσύ με φιλεύεις αρνί, του είπε ο Κολοκοτρώνης κι εγώ στην Πατρίδα μου τον μόσχο τον σιτευτό.
(Σπύρος Μελάς: «Ο Γέρος του Μοριά», Αθήνα, 1957).

Η διαδρομή της Ελληνικής Επανάστασης είναι γεμάτη από νίκες του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη: Στο Βαλτέτσι, στην Τριπολιτσά, στα Δερβενάκια, όπου κατατρόπωσε ολόκληρη σχεδόν τη μεγάλη στρατιά του Δράμαλη, στο Ναύπλιο και αλλού. Δεν πτοούνταν και δεν απελπίστηκε ποτέ. Και πάντοτε επενέβαινε συμφιλιωτικά και απέτρεπε διαχωριστικές επιζήμιες καταστάσεις. Δεν υπέκυπτε και ποτέ δεν τον εγκατέλειψε η πίστη ότι θα ελευθερωθεί η Ελλάδα. Τακτικά επαναλάμβανε: «Ωρέ Έλληνες, Θεός έβαλε την υπογραφή του διά την Ελευθερίαν της Ελλάδας και δεν την παίρνει πίσω».

Όταν ο Ιμπραήμ κατέκλυσε τα βουνά και τις πεδιάδες της Πελοποννήσου και στη δύσκολη για την Επανάσταση αυτή περίοδο οι εμφύλιες διαμάχες μαίνονταν μεταξύ των Ελλήνων, με αποτέλεσμα οι επαναστατικές εστίες ν’ αρχίσουν να σβήνουν, από όλων τα στόματα έβγαινε μια αγωνιώδης κραυγή: «Πού είναι ο Γέρος να μας σώσει;».

Τότε, φάνηκε σε όλο του το εύρος το ψυχικό μεγαλείο του αδάμαστου Κολοκοτρώνη. Κατέβηκε από το Μοναστήρι, όπου οι δικοί του συναγωνιστές έτεροι αρχηγοί, άδικα, απάνθρωπα και από προσωπική εμπάθεια τον είχαν καταδικάσει, συμφιλιώθηκε με τους αντιπάλους και δεσμώτες του, ακόμη και φονιάδες του πρωτότοκου παιδιού του Πάνου και αφού κατ’ απαίτησή του, όλοι μαζί σε Εκκλησία του Ναυπλίου έδωσαν «ιεράν ένωσιν διά την σωτηρίαν της Πατρίδος» ανέλαβε την Αρχιστρατηγία. Και με επιβολή και επιδεξιότητα έφερε σε πέρας την αποστολή των στρατιωτικών και αντάρτικων δυνάμεων. Οπότε πλέον και οι Μεγάλες τότε Δυνάμεις, Αγγλία, Ρωσία και Γαλλία, αναγκάσθηκαν να επέμβουν αρχικά το 1829 και τελικά το 1830 και να αναγνωρισθεί η ίδρυση του Ελληνικού Κράτους.

Ο ιστορικός και πολιτικός Σπύρος Μαρκεζίνης, γράφοντας για την Επανάσταση του 1821, αναφέρει: «...Όταν εξερράγη η Ελληνική Επανάσταση του 1821, παρά τα ασήμαντα διά τους Έλληνας άμεσα τότε αποτελέσματα, εδημιουργήθη η αφετηρία όλων των μεγάλων κατά τον 19ον αιώνα εξελίξεων, αι οποίαι συνετέλεσαν τελικώς εις την διάλυσιν της Οθωμανικής Αυτοκρατίας».

•••••••


Ο Κολοκοτρώνης, δαφνοστεφανής, πλέον, Στρατηλάτης και μετά τη λήξη του αγώνα υπήρξε χρήσιμος στο Έθνος. Απέδειξε ότι διέθετε πολιτικές, αλλά και διπλωματικές ικανότητες. Συμπαραστάθηκε τίμια και με ανιδιοτέλεια στην προσπάθεια του Πρώτου Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια για την ανασυγκρότηση του νεοσύστατου Κράτους, αν και πολλές φορές διατηρούσε τις επιφυλάξεις του για ορισμένες άμεσες ενέργειές του.

Με την παρρησία που τον διέκρινε, είπε μια φορά στον Κυβερνήτη: «Μου χάλασες την Ελλάδα». «Γιατί;», του αποκρίθηκε εκείνος. «Γιατί έπρεπε να το κάμεις πέντε φράγκικο και δεκαπέντε να το αφήσεις τούρκικο. Μετά 20 χρόνους να το κάμεις 10 φράγκικο και να το αφήσεις 10 τούρκικο, και πάλιν μετά 20 να το κάμεις 15 φράγκικο και να το αφήσεις 5 τούρκικο, ώστε μετά 20 άλλους τόσους χρόνους, να γίνει όλο φράγκικο».

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ήταν στην Τρίπολη, όταν έγινε η δολοφονία του Κυβερνήτη, από τους Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη, στις 21 Σεπτεμβρίου του 1831. Έκλαψε τον φίλο του, αλλά συμπαραστάθηκε και στον αδελφό του Αυγουστίνο για να κρατηθεί η τάξη και να συνεχίσει ομαλά η πολιτική ζωή. Και όταν σε κρίσιμη περίοδο μετά τη δολοφονία, η εσωτερική αναταραχή αναζωπυρώθηκε, με την πυγμή και τη φρονιμάδα του που τον διέκριναν, κράτησε τον τόπο σε ησυχία. Σε όσους, δε, θερμόαιμους τον παρότρυναν επίμονα για αντεκδίκηση, τους πρόσταζε: «Τραβάτε στα σπίτια σας, δεν είναι δική σας δουλειά».

Την ίδια φρόνιμη και συγκαταβατική στάση κράτησε και όταν τον Ιανουάριο του 1833 ήρθε στην Ελλάδα και ο Βασιλιάς Όθωνας. Δεν επεδίωξε καμία εξουσία ή διάκριση και αποσύρθηκε στην αφάνεια. Οι Βαυαροί, όμως, Αντιβασιλιάδες και οι Σύμβουλοί τους, με αστήρικτες γελοίες κατηγορίες και κατασκευασμένους ψευδομάρτυρες, επέβαλαν σ’ αυτόν και στον αγωνιστή συγγενή του Πλαπούτα την ποινή του θανάτου.

Μπροστά, ωστόσο, στην εμμονή των δύο δικαστών, του προέδρου Πολυζωίδη και του δικαστή Τερτσέτη να μην υπογράψουν τη διατεταγμένη από τον μίσθαρνα όργανά τους καταδικαστική απόφαση, καθώς και τη δυσφορία της κοινής γνώμης, ο νεαρός ανήλικος ακόμη, 17 ετών, Βασιλιάς Όθωνας, μετρίασε την ποινή σε εικοσαετή φυλάκιση: «Με τέτοια αποδεικτικά» φωνάζει για μία στιγμή ο Τερτσέτης, «ούτε δύο γάτοι δεν καταδικάζονται σε θάνατον».

Και όταν ενηλικιώθηκε και άρχισε ουσιαστικά να βασιλεύει, το 1835, του έδωκε χάρη και τον αποκατέστησε πλήρως σε τιμές και αξιώματα με τον βαθμό του Στρατηγού και την ανώτατη απ’ όλες τις τότε θέσεις της Πολιτείας, στη θέση του Συμβούλου Επικρατείας.

Το 1836, ελεύθερος πια ο Γέρος του Μοριά, ύστερα από συνεχείς παροτρύνσεις του σωτήρα του δικαστή Γεωργίου Τερτσέτη, με το αρχαϊκό και φιλόσοφο ήθος του, καθώς και την επιμονή τού επίσης αγωνιστή γιου του Γενναίου Κολοκοτρώνη, υπαγόρυσε στον Τερτσέτη τα Απομνημονεύματά του, τα οποία παραμένουν ως παρακαταθήκη στους επιγενομένους και μάς μεταφέρουν, διαβάζοντάς τα, στους κόσμους της εποποιΐας των 200 χρόνων του 1821.

Τη νύχτα της 3ης προς την 4η Φεβρουαρίου του 1843, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης προσβλήθηκε υπό αποπληξίας και σε λίγο απέθανε. Η κηδεία του ήταν πρωτοφανής, με τη γενική συμμετοχή. Και όπως γράφτηκε τότε, την ημέρα εκείνη έφυγε για πάντα ο μεγαλύτερος πολέμαρχος του αγώνα για την Ελευθερία, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Γέρος του Μοριά.

Έφυγε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, από τους πρωταγωνιστές του τιτάνιου Απελευθερωτικού Αγώνα, 200 χρόνια από τότε...

Διαβάστε ακόμη

Παναγιώτης Κουνάκης: Νησιώτες, πολίτες Γ’ κατηγορίας

Γιώργος Ζαχαριάδης: «Αν φυτρώσουν λουλούδια στις πόρτες μας»

Δημήτρης Προκοπίου - Φώτης Αναστασιάδης: Τουρισμός, κίνδυνοι και εναλλακτικές μορφές

Φίλιππος Ζάχαρης: Κοπιάζοντας για το τέλος και τη νέα αρχή

Αργύρης Αργυριάδης: Η ιδεολογική «μετάλλαξη» της ΝΔ

Ηλίας Καραβόλιας: Ο αληθινός φόβος των μαζών

Χρήστος Γιαννούτσος: Πέρυσι η Ρόδος, φέτος η Κως και η Χίος... μετά;

Γιάννης Σαμαρτζής: Η μεγέθυνση της οικονομίας, μέσω της αύξησης των επενδύσεων