Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Λονικέρα η ιαπωνική (Lonicera japonica), κοινώς αιγόκλημα, αγιόκλημα

Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Λονικέρα η ιαπωνική (Lonicera japonica), κοινώς αιγόκλημα, αγιόκλημα

Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης: Λονικέρα η ιαπωνική (Lonicera japonica), κοινώς αιγόκλημα, αγιόκλημα

Rodiaki NewsRoom

ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 619 ΦΟΡΕΣ

Γράφει ο
Δρ. Ιωάννης Ηλ. Βολανάκης
Επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων

 

Λονικέρα (Lonicera): Η Λονικέρα (Lonicera) είναι το μεγαλύτερο Γένος της Οικογενείας των Αιγοφυλλοειδών (Caprifoliaceae), στο οποίον ανήκουν περισσότερα από τα μισά είδη.

Είναι θάμνοι αναρριχώμενοι, με άνθη ζυγόμορφα, πολλοί από τους οποίους καλλιεργούνται ως καλλωπιστικά φυτά, γνωστά με το όνομα Αιγόκλημα ή Αγιόκλημα.

Μερικά είδη επίσης απαντούν ως αυτοφυή στην Ελλάδα και σε άλλες περιοχές της γης, όπου υπάρχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις και συνθήκες.

Η Λονικέρα η ιαπωνική (Lonicera japonica), κοινώς αιγόκλημα ή αγιόκλημα ανήκει στη Συνομοταξία των Αγγειοσπέρμων (Magnoliophyta), στην Ομοταξία των Δικοτυληδόνων (Magnoliopsida), στην Υφομοταξία των Αστεριδών (Asteridae), στην Τάξη των Διψακών (Dipsacales), στην Οικογένεια των Αιγοφυλλοειδών (Caprifoliaceae), στο Γένος Λονικέρα (Lonicera) και στο Είδος Ιαπωνική (Japonica).

Το αιγόκλημα ή αγιόκλημα είναι θάμνος ή αναρριχώμενο φυτό, ιθαγενές στις χώρες του βορείου γεωγραφικού πλάτους : Βόρειας Αμερικής και της Ευρασίας. Περίπου εκατόν ογδόντα (180) είδη του φυτού αυτού έχουν διαπιστωθεί σε ολόκληρο τον κόσμο.

Σε ορισμένα είδη, τα φύλλα του τελευταίου ζεύγους προς τα επάνω συναντώνται στη βάση των και ομοιάζουν με ένα φύλλο, που το διασχίζει ο κλαδίσκος.

΄Εχει άνθη επάκρια, άσπρα, κιτρινωπά ή κοκκινωπά, εύοσμα, με στεφάνη μακρά, ζυγόμορφη, σωληνοειδή και δίχειλη. Τα άνθη του έχουν πέντε (5) στήμονες μακρούς, οι οποίοι προεξέχουν, όπως και ο στύλος.

Το αιγόκλημα είναι ένα αυτοφυές φυτό, το οποίο ανθίζει την άνοιξη σε σκιερά συνήθως μέρη.

Τα κυριότερα γνωστά είδη του αιγοκλήματος ή αγιοκλήματος, τα οποία απαντούν στην Ελλάδα, είναι τα εξής:

1) Λονικέρα η ιαπωνική (Lonicera japonica), κοινώς Κινέζικο ή Λευκό αγιόκλημα.
Καλλιεργείται στην Ελλάδα ως καλλωπιστικό φυτό σε κήπους, πάρκα, αυλές κ.λπ.

2) Λονικέρα η περικλυμένη (Lonicera periclymenea), κοινώς μελισσόχορτο.
Φυλλοβόλος θάμνος, ο οποίος φέρει άνθη χρώματος κιτρινόλευκου και οι καρποί του οποίου είναι χρώματος ερυθρού. Απαντά σε δάση και θαμνότοπους της Ηπειρωτικής Ελλάδας και στα Ιόνια νησιά. Καλλιεργείται και ως καλλωπιστικό φυτό.

3) Λονικέρα η αειθαλής (Lonicera sempervirens), κοινώς αγιόκλημα η τρομπέτα ή κοραλί αγιόκλημα.

4) Λονικέρα η ελληνική (Lonicera graeca)
Απαντά ως αυτοφυές φυτό στα βουνά της Θράκης και τα άνθη της είνα κόκκινα.

5) Λονικέρα η ετρούσκιος (Lonicera etrusca)
Απαντά ως αυτοφυής στις χώρες, οι οποίες κείνται παρά την Μεσόγειο Θάλασσα. Θάμνος φυλλοβόλος, με κιτρινόλευκα άνθη, πολύ αρωματικά, τα οποία φύονται από τον Μάιο έως τον Ιούλιο. Προτιμά ασβεστούχα εδάφη και φύεται σε ολόκληρη την Ελλάδα. Καλλιεργείται και ως καλλωπιστικό και διακοσμητικό φυτό.

6) Λονικέρα η αιγόφυλλος (Lonicera caprifoliaceae)
΄Εχει άνθη κιτρινωπά με πολύ ευχάριστο άρωμα. Απαντά ως αυτοφυές φυτό στην Βόρεια Ελλάδα. Καλλιεργείται και ως καλλωπιστικό και διακοσμητικό φυτό σε κήπους και πάρκα.

7) Λονικέρα η οστεόξυλος (Lonicera osteoxylus)
Πρόκειται για θάμνο (ύψους περίπου 1,00 μ.), με άνθη χρώματος ερυθρού, άοσμα και καρπούς επίσης ερυθρούς. Απαντά σε δασικές περιοχές και θαμνότοπους της Βορείας Ελλάδας. Οι καρποί του είναι τοξικοί και χρησιμοποιούνται από την Φαρμακευτική.

8) Λονικέρα η αλπογενής (Lonicera alpina)
Φυτό (ύψους περίπου 1,00 μ.), το οποίο απαντά ως αυτοφυές στην Βόρεια Ελλάδα και τη Θεσσαλία. Οι καρποί αυτού έχουν περίπου το μέγεθος κερασιού.

Τα περισσότερα είδη της Λονικέρας είναι ανθεκτικά αναρριχητικά φυτά, με μια μικρή μειοψηφία αυτών, τα οποία έχουν θαμνώδη μορφή.

Τα φύλλα της Λονικέρας είναι αντίθετα, απλά, ωοειδή (μήκους 0,01 -0,10 μ.). Τα περισσότερα από τα φυτά αυτά είναι φυλλοβόλα, αλλά μία μικρή μειοψηφία αυτών ανήκει στα αειθαλή φυτά.

Πολλά από τα είδη της Λονικέρας έχουν αμφίπλευρα και συμμετρικά άνθη, με ευχαριστο άρωμα, τα οποία παράγουν γλυκύ, βρώσιμο νέκταρ και τα περισσότερα άνθη βρίσκονται σε ομάδες ανά ζεύγη. Τόσον τα θαμνώδη, όσον και τα αναρριχώμενα είδη της Λονικέρας έχουν ισχυρούς και ινώδεις μίσχους, που χρησιμοποιούνται για δέσιμο και για την κατασκευή ψαθών, ταπήτων κ.λπ.

Καρποί
Οι καρποί των φυτών αυτών είναι σφαιρικοί, μικρού μεγέθους, χρώματος ερυθρού, κυανού ή μέλανος, οι οποίοι περιέχουν πολλούς μικρούς σπόρους.

Στα περισσότερα είδη της Λονικέρας οι καρποί αυτών είναι ήπια δηλητηριώδεις, αλλά σε λίγα είδη, όπως π.χ. στο είδος Λονικέρα η κυάνειος (Lonicera caerulea), οι καρποί είναι βρώσιμοι και τα φυτά αυτά καλλιεργούνται για τους καρπούς των, οι οποίοι χρησιμεύουν, είτε για οικιακή χρήση, είτε για το εμπόριο.

Ορισμένα είδη της Λονικέρας χρησιμεύουν ως τροφή, για να τρέφονται οι προνύμφες των λεπιδοπτέρων (είδος πεταλούδων της νύκτας).

Καλλιέργεια
Το αγιόκλημα εκτιμάται ως καλλωπιστικό φυτό γενικά και ως κατάλληλο για να καλύπτει αντιαισθητικές επιφάνειες τοίχων και κτισμάτων, καθώς και για τα άφθονα σωληνοειδή άνθη του, κατά τις αρχές του θέρους και το έντονο και ευχάριστο άρωμα αυτών.

Οι ανθεκτικοί αναρριχώμενοι βλαστοί του φυτού αυτού χρειάζονται να έχουν τις ρίζες των στη σκιά κι τις ανθισμένες κορυφές των βλαστών των στον ήλιο και στο φως ή σε μέτρια σκιά.

Οι ποικιλίες του μικρόφυλλου και πυκνού είδους Λονικέρα η λαμπρά (Lonicera nitida) χρησιμοποιούνται συνήθως για τη δημιουργία χαμηλών και στενών φρακτών κήπων, αυλών, πάρκων κ.λπ.

Φωτοχημικά συστατικά
Το αγιόκλημα είναι γνωστό για τα πολύχρωμα, ωραία και αρωματικά άνθη του και τα χρωματιστά φρούτα του, τα οποία συνήθως έχουν τη μορφή μούρου, γεγονός, το οποίο υποδηλώνει την παρουσία πολύπλοκων φωτοχημικών ουσιών και ενώσεων, οι οποίες βρίσκονται πίσω από αυτές του τις χαρακτηριστικές ιδιότητες.

Τελευταία έγιναν αναλύσεις των συστατικών των φρούτων, από διάφορες ποικιλίες και τρεις (3) γονότυπους βρώσιμου αιγοκλήματος, του είδος Λονικέρα η λαμπρά, ποικιλία καμτσάτικα (Lonicera caerulea, var. kamtscatica) και έδειξαν την παρουσία ιριδοειδών, ανθοκυανινών, φλαβονολών, φλαβονονολών, φλαβονών, φλαβάν-3-ολών και φαινολικών οξέων.

Ενώ τα σάκχαρα καθορίζουν το επίπεδο της γλυκύτητος στα μούρα, τα οργανικά οξέα και οι πολυφαινόλες είναι υπεύθυνα για την ξινή γεύση των καρπών των φυτών αυτών.

Περίπου πενήντα ένα (51) από τις ίδιες ενώσεις στα μούρα, βρίσκονται και στα λουλούδια, αν και οι αναλογίες αυτών των ενώσεων διαφέρουν μεταξύ των διαφόρων καλλιεργούμενων ποικιλιών.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Ι. Ηλ. Βολανάκης, Φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της Δωδεκανήσου, περιοδικό «ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ», τ. ΚΔ΄ (Ρόδος 2010), σ. 712-749.

Εγκυκλοπαιδεία ΝΕΑ ΔΟΜΗ, τ. 1 (Αθήνα αν. χρ. εκδ.), σ. 119 .

Ν. Εμμ. Παπαδογιαννάκης, Κρητικό Ιατροσόφιον του 19ου αιώνα (Ρέθυμνον 2001), σ. 164.

Ευ. Φραγκάκι, Η Δημώδης Ιατρική της Κρήτης (Αθήναι 1978).

Γ. Χριστόπουλος (Επιμέλεια), Εκδοτική Αθηνών (Αθήνα 1990).

Βotanica. Das Abc der Pflanzen. 10.000 Arten in Text und Bild (Koeln 1998).

R. Scheppelmann, Flora Graeca. Sibthorpiana, Volksausgabe, Edition Kentavros, (Hamburg 2017).

Διαβάστε ακόμη

Μαν. Κολεζάκης: Ιστορική αναδρομή στην oνοματολογία της Δωδεκανήσου

Στέφανος Χρύσαλλος: Έπεα Πτερόεντα (περί ορατότητας)

Χρήστος Γιαννούτσος: Μάτι... ένα έγκλημα δίχως τιμωρία

Αργύρης Αργυριάδης: Είναι η Ευρώπη θνητή;

Ηλίας Καραβόλιας: Οι οιωνοί από τον «μεγάλο ληξίαρχο»

Γιάννης Σαμαρτζής: Η χώρα μας υστερεί στον τομέα των παραγωγικών επενδύσεων

Θεόδωρος Παπανδρέου: Τάξεις μαθημάτων, αντί των ηλικιακών τάξεων

Θανάσης Καραναστάσης: Ας μην προτρέχουμε